1 Έστειλαν, λοιπόν, όλοι αυτοί απεσταλμένους στον Ολοφέρνη για να συνάψουν ειρήνη μαζί του.
2 «Εμείς οι δούλοι του μεγάλου βασιλιά Ναβουχοδονόσορ», του έλεγαν, «πέφτουμε τώρα στα πόδια σου. Κάνε μας ό,τι θέλεις.
3 Να τα σπίτια μας, όλη μας η χώρα, τα σπαρτά μας, τα κοπάδια των προβάτων και των βοδιών μας, τα μαντριά μας, όλα είναι στη διάθεσή σου να τα κάνεις ό,τι θέλεις.
4 Ακόμα και οι πόλεις μας σου ανήκουν, να τις κάνεις ό,τι θέλεις· οι κάτοικοί τους είναι δούλοι σου».
5 Αυτές ήταν οι προτάσεις που οι απεσταλμένοι ανακοίνωσαν στον Ολοφέρνη.
6 Τότε εκείνος κατέβασε το στρατό του στα παράλια. Τοποθέτησε παντού φρουρές στις οχυρωμένες πόλεις και πήρε από τις πόλεις επίλεκτους άντρες για βοηθητικό στρατό.
7 Οι κάτοικοι όλων των πόλεων και των περιχώρων τους τον υποδέχτηκαν με στεφάνια, τυμπανοκρουσίες και χορούς.
8 Ο Ολοφέρνης όμως ισοπέδωσε όλες τις περιοχές τους και εξαφάνισε τα δάση στους ιερούς τόπους τους, γιατί η διαταγή που είχε ήταν να καταστρέψει όλους τους θεούς της γης, ώστε όλα τα έθνη και οι φυλές να λατρεύουν μόνο το Ναβουχοδονόσορ και να προσεύχονται σ’ αυτόν σαν σε θεό.
9 Μετά ο Ολοφέρνης ήρθε στην περιοχή απέναντι από την Εσδρηλών κοντά στη Δωταία, που βλέπει προς τη μεγάλη οδοντωτή κορυφογραμμή της Ιουδαίας.
10 Έστησε το στρατόπεδό του ανάμεσα στη Γαιβαί και στη Σκυθόπολη, κι έμειναν εκεί για ένα μήνα, ώσπου να συγκεντρωθούν όλες οι αποσκευές του στρατού.