Ιουδιθ 4:6-13 TGVD

6 Ο Ιωακίμ, που εκείνη την εποχή ήταν αρχιερέας στην Ιερουσαλήμ, έγραψε στους κατοίκους της Βαιτυλούας και της Βαιτομεσθαΐμ, η οποία βλέπει προς την κοιλάδα Εσδρηλών κοντά στη Δωθαΐμ,

7 και τους παράγγειλε να φυλάνε καλά τις διαβάσεις της ορεινής περιοχής. Από εκεί ήταν το πέρασμα για την Ιουδαία και ήταν εύκολο να αναχαιτιστούν όσοι ανέβαιναν προς αυτήν. Η διάβαση ήταν τόσο στενή, που μόνο δυο δυο μπορούσαν να περνούν από αυτήν οι εχθροί.

8 Οι Ισραηλίτες έκαναν όπως τους διάταξαν ο Ιωακίμ και οι πρεσβύτεροι των Ισραηλιτών που συνεδρίαζαν στην Ιερουσαλήμ.

9 Τότε οι Ισραηλίτες προσευχήθηκαν στο Θεό και ταπεινώθηκαν ενώπιόν του με όλη τους την καρδιά.

10 Φόρεσαν πένθιμα ρούχα άντρες και γυναίκες, τα παιδιά τους, τα ζώα τους, οι ξένοι, οι εργάτες και οι δούλοι.

11-12 Τύλιξαν το θυσιαστήριο με πένθιμα ρούχα κι όλοι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, άντρες, γυναίκες και παιδιά, έπεσαν με το πρόσωπο στη γη μπροστά στο ναό· έμειναν εκεί στην παρουσία του Κυρίου φορώντας πένθιμα ρούχα και με στάχτη στα κεφάλια τους. Προσεύχονταν όλοι μαζί ένθερμα στο Θεό του Ισραήλ και τον παρακαλούσαν να μην παραδώσει τα παιδιά τους στη διαρπαγή, τις γυναίκες τους στην ταπείνωση, τις πόλεις που είχαν κληρονομήσει στη λεηλασία και το ναό στη βεβήλωση και στη ντροπή, και να μη γίνουν το περίγελο των εθνών.

13 Ο Κύριος άκουσε την προσευχή του λαού και είδε τη μεγάλη τους θλίψη. Νήστευαν πολλές μέρες σ’ όλη την Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ μπροστά στο ναό του Κυρίου του σύμπαντος.