1 Θα σας πω το τραγούδι του φίλου μου για το αμπέλι του:Είχα ένα αμπέλι, λέει ο φίλος μου,πάνω σε εύφορη βουνοπλαγιά.
2 Το ’σκαψα, απ’ τα λιθάρια το καθάρισακι όλο το φύτεψα κλήματα εκλεκτά.Στη μέση του έχτισα έναν πύργοκαι πατητήρι τού ’φτιαξα.Και πρόσμενα να κάνει ωραία σταφύλια,μα κείνο έκανε ξινοστάφυλα.
3 Κρίνετε, λοιπόν, τώρα εσείς,κάτοικοι της Ιερουσαλήμκαι ο λαός του Ιούδα,ανάμεσα σ’ εμένα και στο αμπέλι μου.
4 Τι θα μπορούσα ακόμα να ’χα κάνειγι’ αυτό το αμπέλι μουκαι δεν το έκανα;Ενώ περίμενα πως θα ’κανε ωραία σταφύλια,γιατί να κάνει ξινοστάφυλα;
5 Τώρα, λοιπόν, θα σας το πωτι πρόκειται στο αμπέλι μου να κάνω:Το φράχτη του θα βγάλωνα μπούνε ζωντανά να το βοσκήσουνε·τον τοίχο του θα τον γκρεμίσωώστε να ποδοπατηθεί.