4 Εσύ, Ιώβ, τον εαυτό σου μόνοβλάφτεις με τη μανία σου.Θέλεις ν’ αποδειχτεί το δίκιο σουακόμα κι όλη αν χρειαστεί να ερημωθεί η γη,να μετατοπιστούν οι βράχοι.
5 Είναι αλήθεια πως το φως σβήνει του ασεβήκι η φλόγα πια δε λάμπει στο παραγώνι του.
6 Η φλόγα της ζωής του λιγοστεύει στο λυχνάρικάτω απ’ τη στέγη του,όμοια τελειώνει κι η ευτυχία του.
7 Η άλλοτε σίγουρη περπατησιά του ταλαντεύεται,πάνω στα ίδια του τα σχέδια ο ασεβής σκοντάφτει.
8 Τα πόδια του τον φέρνουν μες σε δίχτυα,κι ίσια πηγαίνει μες στα βρόχια να πιαστεί.
9 Το δόκανο απ’ τη φτέρνα τον αρπάζεικαι τον κρατάει σφιχτά η θηλιά τον ασεβή.
10 Στη γη κρυμμένο είν’ το σκοινίπου θα τον πιάσεικαι στο στρατί του μια παγίδα τον καρτερεί.