1 Ο Ιώβ πήρε πάλι το λόγο και είπε:
2 Μακάρι να ’μουνα όπως τους περασμένους μήνες,όπως τις μέρεςπου με φύλαγε ο Θεός!
3 Όταν η καλοσύνη του φώτιζε σαν λυχνάριπάνω από το κεφάλι μουκαι με το φως του βάδιζαμες στο σκοτάδι.
4 Τότε ήμουν στις ημέρες της ακμής μου,και ο Θεός προστάτευε το σπίτι μου.
5 Ο Παντοδύναμος ήταν μαζί μου ακόμακαι τα παιδιά μου όλα ήταν τριγύρω μου.
6 Τα ζωντανά μου έβγαζαν το γάλα ποταμούςκαι τα βραχώδη εδάφη μού ’δινανχειμάρρους από λάδι.
7 Πήγαινα τότε στην πλατεία,πλάι στης πόλης την πύλη,στων πρεσβυτέρων εκαθόμουν τη συνάθροιση,