10 Είν’ η φωνή τους σαν του λιονταριού το βρυχηθμό,αλλά ο Θεός τα δόντια τους συντρίβει.
11 Πεθαίνουν όπως το λιοντάρι,όταν δε βρίσκει πια τροφήκαι τα μικρά του διασκορπίζονται.
12 Κάποτε έφτασε σ’ εμένα ένα μήνυμα στα κρυφά,ένα ελαφρό του ψίθυρο συγκράτησε τ’ αυτί μου,
13 τη νύχτα μέσα στ’ όνειρο,που οι λογισμοί μπερδεύονταικι ο λήθαργος θανατερά τυλίγει τους ανθρώπους.
14 Φρίκη και τρόμος με κυρίεψεκι έτρεμε όλο το κορμί μου.
15 Φύσημα αχνό από το πρόσωπό μου πέρασε,μ’ έκανε σύγκορμο ν’ ανατριχιάσω.
16 Στάθηκε μπρος μου μια μορφή,που δεν μπορούσα να την καθορίσω·κι ύστερα από μικρή σιωπή άκουσα τη φωνή της: