12 Κάποτε έφτασε σ’ εμένα ένα μήνυμα στα κρυφά,ένα ελαφρό του ψίθυρο συγκράτησε τ’ αυτί μου,
13 τη νύχτα μέσα στ’ όνειρο,που οι λογισμοί μπερδεύονταικι ο λήθαργος θανατερά τυλίγει τους ανθρώπους.
14 Φρίκη και τρόμος με κυρίεψεκι έτρεμε όλο το κορμί μου.
15 Φύσημα αχνό από το πρόσωπό μου πέρασε,μ’ έκανε σύγκορμο ν’ ανατριχιάσω.
16 Στάθηκε μπρος μου μια μορφή,που δεν μπορούσα να την καθορίσω·κι ύστερα από μικρή σιωπή άκουσα τη φωνή της:
17 «Τάχα είναι δίκαιος ο θνητός μπρος στο Θεό;Είναι άμεμπτος ο άνθρωπος μπρος στο δημιουργό του;
18 Αφού ο Θεός δεν εμπιστεύεταιούτε και τους αγγέλους τουκαι βρίσκει σφάλματα ακόμα και σ’ εκείνους,