10 Κάνει μεγάλα έργα κι ανεξιχνίαστακαι θαύματα αναρίθμητα.
11 Περνάει πλάι μου ο Θεός και δεν τον βλέπω,με προσπερνάει δίχως να τον αισθανθώ.
12 Παίρνει ό,τι θέλει,ποιος μπορεί να τον ’μποδίσει;Ποιος θα τολμήσει να του πει:«Ε, τι κάνεις εκεί;»
13 Ο Θεός το θυμό του δεν τον συγκρατεί·στα πόδια του στέκουν σκυμμένοιτης Ραάβ οι ακόλουθοι.
14 Πώς, λοιπόν, θα μπορούσα εγώ να του απαντήσω;Ποια να διαλέξω λόγια να του αντιταχθώ;
15 Έχω δίκιο, μα δεν μπορώνα το απαιτήσω.Πώς να παρακαλέσω να μου δείξει έλεος,αυτός που έχει ήδη αποφασίσει την καταδίκη μου;
16 Ακόμα κι αν δεχότανε μαζί μου να διαλεχθείμπορώ να πιστέψω πως θα με άκουγε;